Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2011

Ήθη και έθιμα από το Δ2

    Oι μαθητές-τριες του Δ2 του 1ου Δημοτικού Σχολείου Συκεών με την καθοδήγηση του δασκάλου τους κ. Νικολίνα Ιωάννη στα πλαίσια του μαθήματος ΓΛΩΣΣΑ-ΕΥΕΛΙΚΤΗ ΖΩΝΗ έψαξαν και βρήκαν ήθη και έθιμα της πατρίδας μας.
Σας τα παρουσιάζουμε παρακάτω:


Το έθιμο του Kλήδονα

  Το έθιμο του Κλήδονα αναβιώνει στις διάφορες περιοχές του τόπου μας στις 23 και 24 Ιουνίου με αφορμή το θερινό ηλιοστάσιο. Το όνομα Κλήδονας προέρχεται από την αρχαία λέξη Κληδών-κληδόνος που σημαίνει τον οιωνό, το σημάδι, το μάντεμα.
Προετοιμασία του Κλήδονα
Την παραμονή του Αϊ-Γιαννιού(23/6), οι ανύπανδρες κοπέλες μαζεύονται σε ένα από τα σπίτια του χωριού, όπου αναθέτουν σε κάποια ή σε κάποιες από αυτές να φέρουν από το πηγάδι ή την πηγή το “αμίλητο νερό”.
Η πρώτη ενέργεια είναι να βρουν τον τόπο που θα γίνει ο Κλήδονας. Ένα μεγάλο σπίτι, μια ευρύχωρη αυλή, μια απλωσιά στη γειτονιά ή ακόμη και σ’ ένα δροσερό κήπο ή περιβόλι.
Από βραδύς παίρνουν τη στάμνα οι κοπελιές και πάνε να φέρουνε “Το αμίλητο νερό” από τρεις ανατολικές βρύσεις ή από 3 ανατολικά πηγάδια. Πρέπει να πάνε και να επιστρέψουν δίχως καθόλου να μιλήσουν γιατί τότε χάνει τη δύναμή του τη μαντική το αμίλητο νερό.
Το έθιμο ορίζει να πειράζουν τις κοπελιές οι νεαροί για να τις κάμουν να μιλήσουν και τότε πρέπει να ξαναπάνε για νερό.
Αφού το φέρουν, όλη μαζί η συντροφιά ετοιμάζει τα λεγόμενα “ριζικάρια” για να τα βάλουν στον Κλήδονα.
Αυτά είναι φρούτα της εποχής: μήλα, βερύκοκα, αχλάδια ή ακόμη και αντικείμενα μικρά μελετημένα: ένα κουμπί, μια χάντρα, κλπ. ή ακόμη και λουλούδια ή κλαδάκια που αντέχουν στο νερό. Τα φρούτα τα σημαδεύουν με το μονόγραμμα εκείνου που μελετήθηκαν Α, Κ, Ν κλπ.
Αφού λοιπόν βάλουν στη στάμνα όλα τα ριζικάρια, σκεπάζουν το άνοιγμα μ’ ένα κόκκινο πανί. Παίρνουν μετά ένα μεγάλο κλειδί εξώπορτας, σταυρώνουν 3 φορές τη στάμνα και τοποθετούν το κλειδί πάνω στο σκεπασμένο στόμιο. Παίρνουν μετά τη στάμνα, νύχτα πια, και τη βάζουν έξω ή σε μια ταράτσα για να τη βλέπουν τ’ άστρα “ν’ αστροκομιστεί”.
Την επόμενη μέρα το απόγευμα θα “βγάλουν” ή θα “ανοίξουν” τον Κλήδονα στον τόπο που έχουν επιλέξει μα την παρουσία φίλων, γειτόνων και συγγενών.
Πρώτα με το κλειδί “ξεκλειδώνουν” τον Κλήδονα κι εύχονται στην υγειά του νοικοκύρη του σπιτιού. Και του χρόνου να έχουν υγεία όλοι.
Μετά αρχίζουν τις μαντινάδες στη χάρη τ’ Αϊ-Γιάννη που τον θεωρούν Αγιο με μαντικές ιδιότητες.
“Ανοίξετε τον Κλήδονα τ’ Αϊ-Γιαννιού τη χάρη κι από ‘χει μήλο κόκκινο ας έρθει να το πάρει”.
Κάθε φορά ένα μικρό παιδί ή μια Μαρία μαναδοκυρουδάτη (με τους δυο γονείς της) τραβά κι από ένα μελετημένο ριζικάρι και η συγκίνηση είναι διάχυτη στις καρδιές των τρυφερών υπάρξεων.
Υπάρχει και η αδημονία: “Ανοίξετε τον Κλήδονα να βγει και το δικό μου και δεν μπορώ να στέκω μπλιό απ’ τον ξεθεωμό μου”.
Τις μαντινάδες λένε οι κοπελιές και οι ντεληκανήδες αλλά και παντρεμένοι, γέροι ή νέοι ή ακόμη και περαστικοί.
“Κόπιασε και του λόγου σου να πεις μια μαντινάδα στου Κλήδονα την εορτή με την πολλή γλυκάδα”.
Οι ντεληκανήδες του χωριού πάνε κι έρχονται από Κλήδονα σε Κλήδονα στις γειτονιές μέχρι να βρούνε που ειν’ η καλή τους, να καθίσουν εκεί για να πουν μια μαντινάδα να της ξεφανερώσουνε το σεβντά τους, αν δεν το ξέρει ακόμη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι μαντινάδες που λέγονταν στον Κλήδονα, όσο πειραχτικές κι’ αν ήταν, ποτέ ο άλλος δεν παρεξηγούσε. Αν η μαντινάδα «κολλούσε» στον κάτοχο του Κληδονικού, όλοι ξεσπούσαν στα γέλια και η ατμόσφαιρα γινόταν πολύ διασκεδαστική. Εδώ χρειαζόταν να είναι κατάλληλη η γυναίκα με το σταμνί στη μέση και να συνδαυλίζει με κατάλληλα πειράγματα το κέφι της παρέας.
  Είναι γνωστή η ιστορία της «Δοξανιάς» (φανταστικό πρόσωπο) μιας μεσόκοπης γυναίκας που διακρίνονταν για το χιούμορ της, την ποιητική της ετοιμότητα και το χάρισμα να δίνει ποιητικές ατάκες στην ώρα που άνοιγε τον Κλήδονα. Και η ίδια κουμάνταρε τα ριζικάρια της συντροφιάς. Η ίδια ήξερε πως ήταν λίγο μαύρη σαν το… μαυροτσίκαλο της φωτιάς, πως ήταν λίγο καμπούρα που συναγωνιζόταν την πλάτη του Καραγκιόζη, πως ήταν αδύνατη σαν την ξερακιανή σαρδέλα. Σε τίποτε όμως δε ντρεπόταν για όλα αυτά και τίποτε δεν έκρυβε από κανένα. Της αρκούσε που ήταν γυναίκα!
  Οι μαντινάδες συνεχιζόταν για πολλή ώρα… Στο τέλος όλες οι κοπέλες πλυνόταν με το κληδόνερο και γεμίζανε το στόμα τους μ’ αυτό. Ύστερα τραβούσαν για κάποιο παράθυρο του σπιτιού τους που έβλεπε στο δρόμο. Εκεί περίμεναν να ακούσουν κάποιο αντρικό όνομα. Αυτό πίστευαν πως θα ήταν το όνομα του μελλοντικού τους συντρόφου.
  Η όλη γιορτή κατέληγε σε γλέντι με λύρα και χορό μέχρι πολύ αργά, με κέφι κι ελπίδες. Σιγά-σιγά η χαρούμενη μάζωξη αρχίζει να αποχωρεί κι όλοι, ειδικά οι νέοι και οι νέες έχουν κλείσει στην ψυχή τους τις λαχτάρες και τις προσδοκίες τους που πήραν με τις μαντινάδες και τους οιωνούς με τα καλά σημάδια του Κλήδονα.

Νικολέττα Δ.


«Το έθιμο της Μπαρμπαρούσας»

    Στο Πέτα της Άρτας, τους καλοκαιρινούς μήνες που δεν έβρεχε και η ξηρασία κρατούσε μέχρι το Νοέμβριο, κινδύνευαν να καταστραφούν οι σοδειές και τα δέντρα. Γι’ αυτό οι άνθρωποι σκαρφίζονταν αυτό το αστείο έθιμο για να συγκινήσουν το Θεό να στείλει βροχή.
  Ένας άνθρωπος ντυνόταν με πρασινάδες από ψάθες, φτέρες, μυρτιές και ότι άλλο διαθέτει η φύση. Μετά τον έδεναν με ένα σχοινί και τον γύριζαν στις γειτονιές του χωριού. Οι χωριανοί τον ακολουθούσαν με κανάτια νερό, τα οποία κατά διαστήματα άδειαζαν επάνω του. Το ίδιο έκαναν και οι νοικοκυρές όταν περνούσε έξω από τα σπίτια τους. Το νερό που έριχναν πάνω στις φτέρες της «Μπαρμπαρούσας» (έτσι ονόμαζαν το μασκαρεμένο άνθρωπο) συμβόλιζε το νερό της βροχής που θα έπεφτε για να ποτίσει τα δέντρα και τις καλλιέργειες των κατοίκων. Κάποιοι, αντί για νερό πετούσαν χρήματα και η «Μπαρμπαρούσα» πήδαγε ψηλά σαν αρκούδα και τα ‘πιανε. Μερικοί γελούσαν με αυτό το θέαμα αλλά «αυτός» πίστευε πως έκανε έργο σωτήριο.
    Καθώς γύριζαν τα στενά δρομάκια του χωριού τραγουδούσαν κι ένα ποιηματάκι:
                               «Μπαρμπαρούσα περπατεί
                                      το Θεό παρακαλεί
                                   για να ρίξει μια βροχή
                                    μια βροχή καλή καλή
                                 για να γίνουνε τα στάρια
                                να γεννήσουνε τ’ αμπάρια

Κωνσταντίνος Δ.

Ένα έθιμο της Πρωτοχρονιάς

    Σε πολλά μέρη της Ελλάδας, την Πρωτοχρονιά το πρωί, νύκτα ακόμη, σηκωνόταν ο νοικοκύρης του σπιτιού κρυφά και πήγαινε στη βρύση του χωριού. Αφού πλενόταν, έπαιρνε μια πέτρα μικρή και την έπλενε καλά στη βρύση. Μετά έκοβε ένα κλωνάρι από κάποιο οπωροφόρο δέντρο και το έβρεχε κι αυτό. Σε μερικά χωριά, έριχναν στη βρύση κι από ένα νόμισμα και μια χούφτα σπόρους.
  Στη συνέχεια ο νοικοκύρης γύριζε στο σπίτι και έβρεχε όλους στο κεφάλι, χτυπώντας τους με το βρεγμένο κλωνάρι και την πέτρα λέγοντας: «σιδεροκέφαλοι, χρόνια πολλά».

Νίκος Ατ.


To αμίλητο νερό

    Την αυγή της πρώτης μέρας του χρόνου, πριν καλά καλά ξημερώσει, άδειαζαν τις  λαγήνες - δεν έπιναν το νερό της προηγούμενης... χρονιάς - και πήγαιναν στην βρύση οι κοπέλες να πάρουν το αμίλητο νερό. Πριν γεμίσουν, έριχναν μια πέτρα στη γούρνα. Ήταν το ποδαρικό. Το ποδαρικό ήταν μια συμβολική πράξη, που εξέφραζε μια ευχή, κι αυτό για τη βρύση σήμαινε να τρέχει πάντα, να μην στερέψει ποτέ. Γύριζαν οι γυναίκες με γεμάτο λαγήνι, δίχως να μιλήσουν σε άνθρωπο, αν τύχαινε να συναντήσουν στον δρόμο τους. Αν στον δρόμο ήταν και κανένα συγγενικό η φιλικό σπίτι, έριχναν λίγο από το αμίλητο νερό στο κατώφλι τους, άνοιγαν την πόρτα τους, πετούσαν μέσα μια πέτρα και έφευγαν αμίλητες όπως ήρθαν. Τους έκαναν δηλαδή το ποδαρικό, να ‘ναι η ζωή σαν το νερό της πηγής και η γεροσύνη τους σαν την πέτρα.
  Στο σπίτι τους έκαναν το ίδιο και τότε μοναχά μιλούσαν.

Παρασκευή Χ.


Έθιμο του νερού

    Στα χωριά της Κεντρικής Ελλάδας τα μεσάνυχτα της παραμονής των Χριστουγέννων γίνεται το «τάϊσμα» της βρύσης. Κοπέλες πηγαίνουν στις βρύσες του χωριού και τις αλείφουν με βούτυρο και μέλι  με την ευχή όπως τρέχει το νερό να τρέχει και η προκοπή στο σπίτι και όπως γλυκό είναι το μέλι, γλυκιά να είναι και η ζωή τους. Επιστρέφοντας στο σπίτι έφερναν το καινούριο νερό φροντίζοντας  σ’ όλη τη διαδρομή να μένουν σιωπηλές. Μ’ αυτό το νερό που ονόμαζαν άκραντο ή αμίλητο ράντιζαν το σπίτι.
Όταν πήγαινε κάποιος ταξίδι του έριχναν πίσω του νερό για να κυλάει ο δρόμος του σαν νερό.

Κοσμάς Ι.


Το αμίλητο νερό

Στη γιορτή των Αγ. Θεοδώρων, στο χωριό της μαμάς μου υπάρχει ένα έθιμο όπου τα ελεύθερα κορίτσια παίρνουν ένα ποτήρι νερό και από το πρωί μπαίνουν σε όλα τα σπίτια του χωριού αμίλητες. Όταν έρθει το βράδυ, πριν κοιμηθούν το πίνουν και βλέπουν στον ύπνο τους ποιον θα παντρευτούν.

Δημήτρης Κ.


To έθιμο της κανιλίτσας

-κ. Μαρία από ποιο χωριό είστε;
-Από την Νέα Βύσσα.
-Μπορείτε να μας μιλήσετε για ένα έθιμο της περιοχής σας;
-Ναι τη <<Κανιλίτσα>>.
Το έθιμο της Κανιλίτσας είναι ένα χορευτικό δρώμενο το οποίο γίνεται στις 24 Ιουνίου από νεαρές κοπέλες που ντύνονται νύφες  για να ξεκινήσει το θερινό ηλιοστάσιο.
-κ. Μαρία μπορείτε να μας το περιγράψετε, σας παρακαλούμε ;
-Φυσικά.
Το έθιμο γίνεται σε κάθε γειτονιά όπου υπάρχει πηγάδι.
Κάθε χρόνο τέσσερα κορίτσια στέκονται μπροστά σε ένα πηγάδι κρατώντας ένα λευκό σεντόνι πάνω από το κεφάλι τους, από τις τέσσερις γωνίες, και τραγουδάνε.
-Θυμάστε αυτό το τραγούδι κ. Μαρία;
-Ναι, το θυμάμαι:
                       <<Κανιλίτσα μου προυτουστέφανη
                           Μάνα μου μι στείλε για κρύο νερό
                           και για δροσερό, να ποτίσουμι το  
                           βασιλικό και το μάραντο>>.
  Μετά  το τραγούδι  μια  κοπέλα αντλεί ένα κουβά νερό από το πηγάδι και
το ρίχνει πάνω στο σεντόνι και τότε όλο το χωριό αρχίζει το χορό και το τραγούδι.                                        
-Σας  ευχαριστούμε  για τη συνέντευξη  που μας δώσατε. 
           
Σοφία Π.


Το έθιμο της νύφης (μετά το γάμο)

Συνηθέστερο επίσης ήταν το έθιμο να πηγαίνει η νύφη την Δευτέρα μετά τον γάμο ή κάποιαν άλλη εθιμικά καθιερωμένη μέρα, με συνοδεία στη βρύση, απ’ όπου έπαιρνε νερό για το νέο σπιτικό της, αφού προηγούμενος άφηνε εκεί χρήματα ή ένα μικρό ψωμί. Ή άφηνε στη βρύση  ένα μικρό κουλούρι από τα πρώτα δημητριακά της χρονιάς με την ευχή, όπως τρέχουν τα νερά, έτσι να τρέχουν και τα αγαθά στο σπίτι.

Μιχάλης Π.


Έθιμα για το νερό

Όταν ταξιδεύει  κάποιος ρίχνουν
νερό πίσω από το αυτοκίνητο  του.
Γιατί λένε πώς   θα  είναι  καλό
το  ταξίδι του .  

λένε  πάλι  αν πέσει  νερό
οπουδήποτε   φέρνει 
γούρι.

Τα  Θεοφάνεια   ο παπάς
Αγιάζει  τα νερά  και
Κάποιοι  άνθρωποι
Βουτάνε στην  θάλασσα
Για να  πιάσουν τον
Σταυρό  που ρίχνει  ο παπάς.

Ειρήνη Μ.


Ελληνικά έθιμα για το νερό στο Κακοπλεύρι Τρικάλων

   Ένα  αθάνατο ελληνικό έθιμο για το νερό.
   Γίνεται στο πανέμορφο χωριό Κακοπλεύρι  Τρικαλων.
 
    με υπέροχα τραγούδια και χορό.

    Είναι η ιστορία της μικρής Καραγκούνας που πάει  στην βρύση για νερό.

    Μετά περνάει μέσα από τον χορό των ανδρών, διακόπτοντας τον και προκαλώντας την οργή τους.

   
    Αποχωρεί ένας νέος από τον χορό για να της μιλήσει.

    Της παίρνει την κανάτα και την σπάει.


Παναγιώτης Κ.


O Αγιασμός των υδάτων

  Στην πόλη μας κάθε 6 Ιανουαρίου γίνεται ο Αγιασμός των υδάτων.
Σε μια μεγάλη παραλία μαζεύεται κόσμος και στήνουν ένα μεγάλο τραπέζι. Eκεί πάνω ο παπάς βάζει τον σταυρό και μία εικόνα του Χριστού.
Μετά πετάει τον σταυρό μέσα στην θάλασσα και κάποιοι άνθρωποι βουτάνε μέσα στα παγωμένα νερά και ψάχνουν να βρουν τον σταυρό.
Όποιος τον βρει πρώτος βγαίνει από το νερό και δίνει τον σταυρό στον παπά. Μετά ο παπάς λέει έναν ύμνο για τον Αγιασμό των υδάτων.
Αυτός που βρίσκει τον σταυρό λέμε ότι θα έχει μεγάλη τύχη.     

Ιωάννα Τσ.      
    

Λιτανείες για τη ξηρασία

  Σε πολλά χωριά της χώρας μας όταν επικρατούσε μεγάλη ξηρασία λόγω ανομβρίας έκαναν και κάνουν λιτανείες, παρακαλώντας τον τριαδικό μας θεό και την Παναγιά μας να βρέξει. Ο παπάς του χωριού μετά τη θεία Λειτουργία στην εκκλησία, ξεκινάει με τους εκκλησιαζόμενους και άλλους χωριανούς πηγαίνοντας στα πλησιέστερα χωράφια του χωριού με την εικόνα του θεού και άλλα εκκλησιαστικά σύμβολα. Εκεί ο ιερέας προσεύχεται στον θεό παρακαλώντας να βρέξει, για να αναπτυχθούν τα προϊόντα τα σιτηρά να έχουν καλή απόδοση, καρποφορία.                              
  Η σημασία του νερού στην ορθοδοξία είναι σύμβολο και μέσο κάθαρσης [με το βάπτισμα].Το νερό είναι πηγή ζωής και ενέργειας.

Ζήσης Α.


Ποδαρικό του νοικοκύρη

  Ποδαρικό στο σπίτι του έκανε και ο νοικοκύρης, μόνο που αυτός έφερνε μια πέτρα από τον ποταμό σκεπασμένη με βρύα, να ‘ναι άφθονα τα αγαθά στο σπίτι του σαν την βρασμένη πέτρα. Και η οικοδέσποινα ξεκρέμαγε από το "διατόνι" ( ένα ξύλινο δοκάρι) ένα ρόδι, το χτυπούσε με δύναμη στο πάτωμα. Το ρόδι έσκαζε και το σπίτι γέμιζε...ρουμπίνια, κι εύχονταν έτσι να ‘ναι γεμάτο το σπίτι όλο το χρόνο.

Μαρία Μ.


Ο Νερουλάς και ο παγοπώλης

  Τον παλιό καιρό τα νοικοκυριά δεν είχανε βρύσες στα σπίτια τους όπως σήμερα με τρεχούμενο νερό, μόνο κανένα πηγάδι εδώ και εκεί, έτσι κάθε πρωί περνούσε μετά τον γαλατά, ο νερουλάς!
 Βέβαια στα χώρια δεν υπήρχαν αυτά τα δυο επαγγέλματα, διότι γάλα είχαν σχεδόν όλοι και νερό είχαν από τις κεντρικές βρύσες του χωριού, που το κουβαλούσαν οι γυναίκες με τις βαρέλες ή με πιο μεγάλα βαρέλια που τα φόρτωναν στο γαϊδουράκι !
 Ο νερουλάς συνήθως είχε επάνω στον γάιδαρο του δυο βαρελάκια δεμένα ή σε ένα καρό ένα-δυο μεγάλα βαρέλια με νερό και φώναζε στις γειτονιές ή χτυπούσε την κουδούνα του. Έτρεχαν έξω οι νοικοκυρές και οι υπηρέτριες από τα αρχοντικά με  τα δοχεία τους και έπαιρναν το νερό, ενώ ταυτόχρονα γινότανε και το σχετικό "πηγαδάκι" για το κουτσομπολιό της ημέρας !
 Ο πιο διάσημος νερουλάς της πατρίδας μας , ήταν ο γνωστός ολυμπιονίκης Σπύρος Λούης. Βέβαια πέρασαν τα χρόνια, οι νερουλάδες άφησαν τα κάρα τους και χρησιμοποίησαν πλέον τις μηχανές (αυτές με τις τρεις ρόδες). Τέλος φτάνουμε στην εποχή μας. Ο νερουλάς , υπάρχει ακόμα και γυρίζει τις γειτονιές όπως παλιά, αλλά ....με μια μεγάλη διάφορα ! Δεν ακούγεται η φωνή  ή το κουδούνι του, αλλά ο διαπεραστικός ήχος της "κόρνας" του φορτηγού. Δεν ακούγεται πια στο δρόμο ο ήχος του κάρου, αλλά ο ήχος από το φρένα του φορτηγού

  Ο παγοπώλης υπήρχε περίπου πριν ένα αιώνα. Πουλούσε τον πάγο στις νοικοκυρές που τον έβαζαν σε ένα ντουλάπι. Την επόμενη μέρα όμως o   πάγος έλιωνε και έτσι αναγκάζονταν να παίρνουν άλλο. Έτσι ο παγοπώλης περνούσε κάθε μέρα. Είχε πάντα μαζί του γάντια για να παίρνει τον πάγο, γάντζο και κόπτη για να κόβει τους πάγους και τους μετέφερε με ένα τρίκυκλο.
 Το επάγγελμα του παγοπώλη στα παλιά χρόνια πρέπει να ήταν πολύ δύσκολο, γιατί τότε δεν υπήρχε ηλεκτρικό ψυγείο, όπως έχουμε εμείς σήμερα.
Έτσι η δουλειά του ήταν να κρατά ένα δίκυκλο καρότσι, το οποίο φόρτωνε με πάγους και με τα σχετικά εργαλεία που χρησιμοποιούσε ,όπως: τον κόπτη, τα γάντια, τους γάντζους. Μετά τριγυρνούσε μέσα στις γειτονιές για να πάρει τους πάγους.
Εξυπηρετούσε νοικοκυριά και διάφορα μικρά μαγαζιά. Έτσι με αυτόν τον τρόπο τους βοηθούσε να διατηρούν τα τρόφιμα και να έχουν παγωμένο νερό για το καλοκαίρι.
Ο παγοπώλης δούλευε ασταμάτητα όλες τις μέρες της εβδομάδας.
 Στις μέρες μας έχει εξαλειφθεί το επάγγελμα αυτό, γιατί με την ανάπτυξη της τεχνολογίας όλοι τώρα στα σπίτια μας διαθέτουμε σύγχρονα ψυγεία.

Νικολέττα Δ. - Σοφία Π. 


Η δουλειά του παγοπώλη και του νερουλά

Όταν η γιαγιά μου ήταν 15 χρονών στη Λάρισα δεν είχαν ψυγεία. Κάθε πρωί περνούσε ο παγοπώληs με την καρότσα του που έσερνε το άλογο.
Μοίραζε τον πάγο στα σπίτια. Αγόρασαν κάθε μέρα 1 κομμάτι πάγο τον οποίο ο παγοπώληs τον έκοβε με το πριόνι και τον μετέφερε με την τσιμπίδα, γιατί αλλιώς πάγωναν τα χέρια του και γλιστρούσε ο πάγος.
Tην εποχή εκείνη στοίχιζε το κάθε κομμάτι 1 δεκάρα.
Η μαμά της γιαγιάς μου το έπαιρνε και το έβαζε σε ένα τσουβάλι και τον βάζανε στην παγωνιέρα, για να διατηρηθούν τα τρόφιμα.
Παρόμοια δουλειά έκανε και ο νερουλάς. Άλλα στην καρότσα του υπήρχε το βαρέλι με το νερό όπου έπαιρναν οι νοικοκυρές με τις στάμνες  τους . Για κάθε μέρα χρειαζόταν 2 στάμνες με νερό.

Δημήτρης Κ.

                                                                                                                                                                                                                                                                                     

Δεν υπάρχουν σχόλια: